Η πόλη φιλοξενεί πολλούς αξιόλογους graffiti artists, ο καθένας με το δικό του ξεχωριστό στυλ. Παρ’ όλα αυτά, το graffiti στην Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται συχνά ως βανδαλισμός. Αυτή η αντίληψη έχει οδηγήσει σε έλλειψη στήριξης για τους καλλιτέχνες του δρόμου και περιορισμένες ευκαιρίες να παρουσιάσουν τη δουλειά τους δημόσια.








Ακολούθησα δύο καλλιτέχνες, τον PATS και τον KROOK-SMUCKER, σε μια αποστολή που έμοιαζε με ταινία. Μπήκαμε σε ένα εγκαταλελειμμένο νοσοκομείο στα προάστια της Αθήνας —παράνομα— σκαρφαλώνοντας φράχτες και διασχίζοντας σαπισμένα κτίρια. Το ρίσκο ήταν μεγάλο, αλλά η εμπειρία το άξιζε. Ήταν ένα σκηνικό ιδανικό: ο χρόνος είχε αφήσει τα σημάδια του παντού, και οι τοίχοι αυτοί έγιναν το ιδανικό υπόβαθρο για να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους.
Το κοντράστ ανάμεσα στη φθορά του χώρου και στα εκρηκτικά χρώματα των έργων τους δημιούργησε εικόνες που έμοιαζαν βγαλμένες από άλλον κόσμο. Ένιωσα τυχερός που βρέθηκα εκεί, να απαθανατίζω τη στιγμή που η τέχνη γεννιέται, μακριά από τα βλέμματα — ή μάλλον ενάντια στα βλέμματα.
Δε μπορούσα παρά να θαυμάσω την επιμονή και τη δημιουργικότητά τους. Όπως είπε και ο Banksy:
«Το graffiti είναι ένα από τα ελάχιστα εργαλεία που έχεις όταν δεν έχεις σχεδόν τίποτα. Κι αν δεν μπορείς να ζωγραφίσεις κάτι που θα γιατρέψει τη φτώχεια στον κόσμο, μπορείς τουλάχιστον να κάνεις κάποιον να χαμογελάσει όσο κατουράει.»
Αυτό το κομμάτι του project μού χάρισε έναν βαθύτερο σεβασμό για την τέχνη του δρόμου — και μου θύμισε πόσο δύναμη έχει η αυθεντική έκφραση και το να φέρνεις ομορφιά εκεί που κανείς δεν την περιμένει.