Τον Απρίλιο του 2024, ξεκινήσαμε την ημέρα μας στα καταπράσινα βουνά της Σρι Λάνκα, μέσα από δρόμους που στροβιλίζονται σαν κορδέλες ανάμεσα σε ατελείωτες φυτείες τσαγιού. Σκοπός μας: να ανακαλύψουμε από κοντά τη διαδικασία που κρύβεται πίσω από το πασίγνωστο τσάι Κεϋλάνης. Όχι σε κάποιο τουριστικό μουσείο ή μαγαζί, αλλά εκεί όπου οι άνθρωποι ξυπνούν με το πρώτο φως για να μαζέψουν φύλλα με τα χέρια τους.
Καθώς ο ήλιος ανέτειλε πάνω από τους λόφους, οι σκιές έπαιζαν πάνω στα φρέσκα φύλλα. Γυναίκες με πολύχρωμα σάρι προχωρούσαν αθόρυβα, με ρυθμούς σχεδόν τελετουργικούς. Χέρια που δούλευαν γρήγορα και ακριβώς, μαζεύοντας μέχρι και 16 κιλά φύλλα τη μέρα. Η πληρωμή τους; Συχνά κάτω από 3 ευρώ. Κι όμως, στα πρόσωπά τους υπήρχε αξιοπρέπεια. Στο βλέμμα τους, μια σιωπηλή δύναμη. Ήταν σαν να ήξεραν ότι είναι οι φύλακες μιας παράδοσης που αντέχει στον χρόνο.








Το εργοστάσιο μάς υποδέχθηκε με υγρασία και πυκνή, γήινη μυρωδιά. Το εσωτερικό έμοιαζε με σκηνικό από παλιά ταινία: καπνοί από ζεστά φύλλα, ήχοι από μεταλλικές επιφάνειες, άνθρωποι βουτηγμένοι στη δουλειά. Παρακολουθήσαμε τη διαδικασία: μαρασμός, κύλιση, οξείδωση, αποξήρανση. Όλα με ακρίβεια, όλα με υπομονή. Κανείς δεν παραπονέθηκε για τη ζέστη, για τις ώρες, για τη ρουτίνα. Για αυτούς, το τσάι δεν είναι απλώς προϊόν. Είναι παράδοση, ταυτότητα, ζωή.
Αν επισκεφθείς φυτεία τσαγιού στη Σρι Λάνκα:
Σεβάσου τον χώρο και τους ανθρώπους – για πολλούς αυτή είναι η καθημερινότητά τους, όχι τουριστικό θέαμα.
Αν έχεις τη δυνατότητα, αγόρασε τσάι απευθείας από το εργοστάσιο: είναι πιο φρέσκο και στηρίζεις άμεσα τους παραγωγούς.








Και εμάς, αυτή η εμπειρία μας άλλαξε. Ένα απλό φλιτζάνι τσάι δεν ήταν ποτέ ξανά “απλό”. Ήταν ένα ταξίδι πίσω σε εκείνο το πρωινό, με τα τραγούδια των πουλιών και τον ήχο των φύλλων στο αεράκι. Καθώς φεύγαμε, κοιτάζαμε για τελευταία φορά το τοπίο. Μια θάλασσα από πράσινο και άνθρωποι που χάνονταν μέσα της, αθόρυβοι ήρωες.
Στέλιος



